Από τον Αύγουστο του 1960 που η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος, η πολιτική ζωή στο νησί βρίσκεται στο ψυγείο. Με εξαίρεση αναπληρωματικές εκλογές κατά το 1960 και 1961, για αντικατάσταση βουλευτών που είτε έγιναν υπουργοί είτε για άλλο λόγο άφησαν κενή έδρα, δεν υπήρξε άλλη πολιτική /εκλογική δράση.

Με νομοθετικές πράξεις, η κυβέρνηση παρατείνει από το 1965 ανά δωδεκάμηνο τη θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας και των βουλευτών. Πρόσθετα, τον Ιούλιο του 1965 προωθεί νομοθετήματα που εγκρίνονται από τη Βουλή για καθιέρωση ενιαίου καταλόγου εκλογέων καταργώντας το διαχωρισμό των εκλογέων και των εκλογικών διαδικασιών με βάση τις κοινότητες. Οι Τουρκοκύπριοι βουλευτές ζητούν να επανέλθουν και να μετέχουν στις διαδικασίες, αλλά καλούνται να αποδεχθούν όρους που τους παρουσιάζει ο Γλαύκος Κληρίδης για ενιαίες ψηφοφορίες και τη νέα τάξη πραγμάτων που επιβλήθηκε από το 1964. Απορρίπτουν τους όρους και ναυαγεί η επάνοδος τους.

Οι ενέργειες της κυβέρνησης προκαλούν κρίση και παρεμβάσεις από το Λονδίνο και την Άγκυρα, όπως επίσης και σχετικό ψήφισμα από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

Σημαντικές εξελίξεις στη διάρκεια του 1967, αποτελούν αφορμή για τον Μακάριο να ανακοινώσει διεξαγωγή προεδρικών εκλογών για τον Φεβρουάριο 1968. Στην πραγματικότητα δημιουργούν ανάγκη προσφυγής σε εκλογές γιατί προηγήθηκαν δραματικά γεγονότα και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας καταφεύγει στο λαό για ανανέωση της εντολής του, αλλά, κυρίως, για να επικυρώσει τη νέα πολιτική του. Σε χρόνο λιγότερο των 9 μηνών, το 1967, έγιναν πολλά με άμεση επίδραση στο  κυπριακό:

  • Στην Αθήνα, με το πραξικόπημα της Χούντας επιβάλλεται η δικτατορία των συνταγματαρχών στις 21 Απριλίου, που δίνει άλλη τροπή τόσο στις σχέσεις Μακαρίου-Αθηνών όσο και την αντιπαλότητα Γρίβα-Μακαρίου και των οπαδών τους.
  • Εκτός από την πολεμική αυτών που παρουσιάζονται σαν ακραιφνείς ενωτικοί ενάντια στους ‘άλλους’, σημειώνει έξαρση η διαίρεση ανάμεσα σε δεξιούς και κομμουνιστές.
  • Η εκστρατεία κατά των “ανθελλήνων και ανθενωτικών” στην Κύπρο που εκπορεύεται από την Αθήνα και το ελλαδικό ραδιόφωνο οδηγεί σε ομόφωνο ψήφισμα της βουλής για “γνήσια Ένωση” στις 27 Ιουνίου.
  • Η Χούντα αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για επίλυση του κυπριακού που καταλήγουν σε φιάσκο, σε συνάντηση με Τούρκους επισήμους στον Έβρο, το Σεπτέμβριο.
  • Συλλαμβάνεται ο Ραούφ Ντενκτάς στις 31 Οκτωβρίου στην προσπάθεια του να εισέλθει κρυφά στην Κύπρο. Στη συνέχεια, φυγαδεύεται στην Άγκυρα, λίγες μέρες μετά, στις 12 Νοεμβρίου.
  • Ακολουθεί η μάχη της Κοφίνου στις 15 Νοεμβρίου, η οποία φέρει στο χείλος του πολέμου την Ελλάδα με την Τουρκία. Η Χούντα υποκύπτει στις απαιτήσεις της Άγκυρας και ανακαλεί, στις 19 Νοεμβρίου, στην Αθήνα το Γρίβα. Θεωρήθηκε ο υπαίτιος των γεγονότων παρά το ότι Αθήνα και Λευκωσία ήταν ενήμερες και είχαν αποφασίσει την επίθεση.
  • Πιο σημαντική, όμως εξέλιξη ήταν η απόφαση για αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας η οποία είχε αποσταλεί στην Κύπρο το 1964 επί κυβερνήσεως Παπανδρέου, με υπουργό Άμυνας τον Γαρουφαλιά. Η αποχώρηση άρχισε στις 8 Δεκεμβρίου 1967 και συμπληρώθηκε στις 16 Ιανουαρίου 1968.
  • Στη δίνη των γεγονότων, οι Τουρκοκύπριοι προχωρούν στην ανακήρυξης της “Προσωρινής Τουρκοκυπριακής Διοίκησης” στις 29 προς 30 Δεκεμβρίου 1967).

Η στροφή που σημειώνεται, με την ανακοίνωση από τον Μακάριο της πολιτικής του εφικτού, στις 12 Ιανουαρίου 1968), σημαίνει νέα πορεία της Κύπρου. Επιδίωξη είναι πλέον η ανεξαρτησία και όχι η Ένωση, όπως ανέφερε συχνά σε δημόσιες δηλώσεις και όπως διακήρυττε το ψήφισμα της Βουλής έξι μόνο μήνες προηγουμένως. Αυτή η επιλογή οδηγεί τον Μακάριο στην προκήρυξη προεδρικών εκλογών για τις 25 Φεβρουαρίου 1968.

Στη σύντομη προεκλογική εκστρατεία, η ονομαζόμενη ενωτική παράταξη, με υποψήφιο τον ψυχίατρο Τάκη Ευδόκα, ασκεί σκληρή και έντονη κριτική στον Μακάριο, τη διακυβέρνηση και τις επιλογές του στο κυπριακό. Παρά τη βέβαιη και συντριπτική νίκη που προδίκαζε ήδη η υποστήριξη του Μακαρίου από όλες τις πολιτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένου του ΑΚΕΛ, αφέθηκε να επικρατήσει κλίμα φανατισμού, απειλών και εκφοβισμών.

Ο Τάκης Ευδόκας παίρνει πολύ μικρό ποσοστό (3,7%), στοιχείο που επέτρεψε στους κυβερνώντες και τους υποστηρικτές τους να ερμηνεύσουν το αποτέλεσμα σαν απόλυτη λαϊκή έγκριση για τη νέα γραμμή.

Τα αποτελέσματα και όσα προηγήθηκαν το 1967 διευκολύνουν τη μεγάλη στροφή στο κυπριακό και την ακολουθούμενη τακτική. Σε λίγους μήνες, ο Ραούφ Ντενκτάς επιστρέφει μέσω κανονικής οδού στην Κύπρο και από τον Μάιο του 1968 εκπροσωπεί την κοινότητά του στις ενδοκυπριακές συνομιλίες, με τον Γλαύκο Κληρίδη να εκπροσωπεί την ελληνοκυπριακή κοινότητα.