Οι πρώτες βουλευτικές εκλογές από την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση προκαλούσαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αρκετούς λόγους: Πρώτα από όλα ήταν το νέο περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε η Κύπρος, έστω και αν οι συνθήκες εισδοχής υπήρξαν παράδοξες εξαιτίας των τριγμών στις σχέσεις με τις Βρυξέλλες λόγω της απόρριψης του Σχεδίου Αννάν. Δεύτερον, αναμενόταν να διαφανούν οι επιπτώσεις από δυσαρέσκειες και αναταράξεις λόγω δημοψηφίσματος του 2004 στον ΔΗΣΥ και, σε μικρότερο φαινομενικά βαθμό, στο ΑΚΕΛ,. Ο ΔΗΣΥ είχε διασπαστεί και τρεις σχηματισμοί δημιουργήθηκαν από υψηλόβαθμα στελέχη /βουλευτές του. Τρίτον, οι συσχετισμοί και η δυναμική του κομματικού ανταγωνισμού οριζόταν για πρώτη φορά μετά το 1988 από το γεγονός ότι στην εξουσία ήταν πάλι το ΔΗΚΟ, με σύμμαχο το ΑΚΕΛ. Αυτό οδηγούσε σε διπολικότητα διαφορετικού τύπου από το δεξιά – αριστερά. Τέλος, σημαντικό στοιχείο ήταν η δυναμική των λεγόμενων ενδιάμεσων δυνάμεων οι οποίες στήριξαν το ‘όχι’ στο δημοψήφισμα, το οποίο πράγματι ήταν ηχηρό. Σε ποιο βαθμό θα κεφαλαιοποιούσαν τη μάζα του 76% που απέρριψε το σχέδιο; Έστω και αν οι δυνάμεις αυτές δεν κατάφεραν (για άλλη μια φορά) να βρουν άξονες συνεννόησης και συστράτευσης, θεωρητικά ευνοούνταν από τη δυναμική του 2004.
Φυσικά, είχε ήδη διαφανεί από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών του Ιουνίου 2004, εβδομάδες μόνο μετά το δημοψήφισμα ότι τα δυο μεγάλα κόμματα αντιστάθηκαν και σε σημαντικό βαθμό απορρόφησαν τους κραδασμούς. Διαπιστώνουμε επίσης πως ούτε το ΔΗΚΟ μήτε η ΕΔΕΚ μπόρεσαν να κεφαλαιοποιήσουν το ‘όχι’. Το ΔΗΚΟ περιορίζεται σε 17,1%, ενώ η ΕΔΕΚ πέτυχε μεν να υπερβεί το 10% αλλά απώλεσε την έδρα στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο για 35 ψήφους.
Το δυο ανωτέρω στοιχεία, υποδεικνύουν μάλλον ότι οι ψηφοφόροι σαφώς διακρίνουν το διακύβευμα κάθε εκλογής, χωρίς να συγχύζουν τους στόχους και τα θέματα τα οποία συνδέονται με ένα δημοψήφισμα ή εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο ή εκλογές για τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Φυσικά, αυτό δεν αναιρεί μια σημαντική διαπίστωση, ότι οι επενέργειες του δημοψηφίσματος παραμένουν ουσιαστικά, τόσο σε σχέση με το συσχετισμό δυνάμεων αλλά, κυρίως, στη συνοχή των κομμάτων. Εκφράστηκαν με αποξένωση από τις εκλογικές διαδικασίες και τη μεγάλη αποχή στις ευρωεκλογές, επηρεάζοντας όμως όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Κατευθύνθηκαν επίσης προς την κίνηση Για την Ευρώπη, χαρίζοντας της μια έδρα.
Στην προεκλογική εκστρατεία του 2006, το ΔΗΚΟ εστίασε όλη την προσοχή στην άντληση κερδών από το ρόλο του προέδρου Παπαδόπουλου και του κόμματος στην απόρριψη του σχεδίου Αννάν, παραβλέποντας το χαρακτήρα της εκλογής. Ο ΔΗΣΥ υπέδειξε προβλήματα οικονομικά και άλλα, τονίζοντας πως ο πολίτης αξίζει κάτι καλύτερο, να έχει πιο πολλή δύναμη και λόγο στην κοινωνία. Το ΑΚΕΛ έδωσε έμφαση στο συλλογικό “μαζί” και τη δύναμη του για να διασφαλιστεί καλύτερο μέλλον, ενώ η ΕΔΕΚ επικαλέστηκε την ανάγκη και τόνισε τα πλεονεκτήματα από ενίσχυση του κόμματος μέσω της ψήφου.
Φυσικά, ο πολυτεμαχισμός των δυνάμεων που υποστήριξαν το ‘όχι’, με την παρουσία στην αναμέτρηση των νέων σχημάτων, ΕΥΡΩΚΟ, ΕΥΡΩΔΗ και ΚΕΠ, δεν δημιουργούσε θετικές εντυπώσεις στους εκλογείς που είχαν απορρίψει το Σχέδιο Αννάν. Παρόλα αυτά, ΔΗΚΟ και ΕΔΕΚ έτρεφαν ψηλές προσδοκίες για ποσοστά που για το πρώτο θα υπερέβαιναν το 20% και για τη δεύτερη θα πλησίαζαν το 12%. Στην πλευρά των μεγάλων κομμάτων, το συμπολιτευόμενο ΑΚΕΛ εντάσσει στα ψηφοδέλτια του την Έπαλξη Επανασυγκρότησης του Κέντρου που είχε προέλθει από το ΔΗΚΟ, πριν από το 2003. Στον ΔΗΣΥ προσχωρεί η Κίνηση Πολιτικού Εκσυγχρονισμού του Χρίστου Στυλιανίδη, πρώην κυβερνητικού εκπροσώπου του Γλαύκου Κληρίδη.
Το ΑΚΕΛ αναδεικνύεται πρώτο κόμμα συγκρατώντας τα ποσοστά του απάνω από το 30%, όπως και ο δεύτερος ΔΗΣΥ. Εξασφαλίζουν 31,1% και 30,3% αντίστοιχα. Το ΔΗΚΟ παρά τις προσδοκίες και τα πλεονεκτήματα που μπορούσε να αντλήσει από την άσκηση εξουσίας και το δημοψήφισμα παραμένει στο 17,8% και παρομοίως η ΕΔΕΚ παραμένει στο 8,9%. Το ΕΥΡΩΚΟ, του οποίου βασικός πυρήνας υπήρξαν οι Νέοι Ορίζοντες, ενισχυμένο με σημαντικά στελέχη, πρώην βουλευτές του ΔΗΣΥ, επιτυγχάνει να εκλέξει τρεις βουλευτές, με 5,6% των ψήφων. Είναι το μόνο από τα μικρά κόμματα που εισέρχεται στη βουλή, ενώ το ΕΔΗ, το ΚΕΠ και η ΕΥΡΩΔΗ μένουν εκτός, με ποσοστά 1,6%, 1,2% και 0,4% αντίστοιχα.
Τέλος η αύξηση της αποχής στο 11%, από 8,3% το 2001, υποδεικνύει τάση πολιτικής αποξένωσης των ψηφοφόρων. Στις επόμενες αναμετρήσεις, η τάση αυτή θα εκφραστεί πιο έντονη, με ραγδαία άνοδο.