Μετά την εκλογή του Γιώργου Βασιλείου στην προεδρία της Δημοκρατίας, το 1988, το κομματικό σκηνικό εξελίσσεται σε διαφορετικό πλαίσιο από τις προηγούμενες εκλογές Ο πρόεδρος του κράτους δεν ανήκει και, δεν έχει δικό του κόμμα και δεν δεσμεύεται από κάποιο κόμμα. Οι βουλευτικές εκλογές διεξάγονται χωρίς άμεση συνάφεια προς ή εξάρτηση από την εκτελεστική εξουσία.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αρκετοί συνειδητοποιούν την πραγματική σχέση ή μάλλον την απουσία εξάρτησης της εκτελεστικής εξουσίας από τη βουλή. Φυσικά, τα τρία χρόνια που είχαν διαρρεύσει από το Μάρτιο του 1988 είχαν δώσει δείγματα για αυτή την κατάσταση και έπεισαν ότι, θεσμικά, μπορεί να υπάρχει κυβέρνηση πέραν και υπεράνω των κομμάτων. Σε αυτό συνέβαλε η πολιτική Βασιλείου για διατήρηση καλών σχέσεων με τα κόμματα.

Άμεσο αποτέλεσμα ήταν η απουσία πάθους κατά την προεκλογική εκστρατεία, σε βαθμό που μπορεί να λεχθεί ότι η βουλή του 1991 αναδείχθηκε σε κλίμα σχετικής απάθειας ή ακόμα αδιαφορίας των πολιτών.

Πρόσθετα με τα πιο πάνω, παρατηρείται σχετική αποδέσμευση από τη ρητορική επίκλησης του Μακαρίου και της παρουσίασης ορισμένων κομμάτων σαν των περιούσιων ομάδων που τον κληρονόμησαν. Η διαιρετική τομή μακαριακών – αντι-μακαριακών εξασθενεί επίσης σε σημαντικό βαθμό.

Τα πιο πάνω τίθενται επίσης στο φως ενός νέου διεθνούς περιβάλλοντος, το οποίο είχε την επίδραση του στην Κύπρο. Η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και της ιδέας του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού δημιουργεί αναταραχή στους κόλπους του ΑΚΕΛ. Προηγήθηκε κατά ένα χρόνο ο θάνατος του επί δεκαετίες ΓΓ του κόμματος, Εζεκία Παπαϊωάννου και ανάδειξη του Δημήτρη Χριστόφια ως αντικαταστάτη. Η εσωκομματική αναταραχή με αποβολές ή αποχωρήσεις σημαντικών στελεχών επηρεάζει επίσης τις συνδεμένες με το κόμμα οργανώσεις στις οποίες αναδεικνύονται νέες ηγεσίες.

Παρατηρείται επίσης διαφοροποίηση στην παρουσία και το ρόλο του τύπου. Το πλήθος εφημερίδων – κομματικών οργάνων της δεκαετίας του 1980, μειώνεται δραστικά. Την ίδια ώρα, συνεχίζοντας την τακτική που άρχισε την προηγούμενη δεκαετία, οι μη κομματικές εφημερίδες, παρά το ότι στο βάθος μπορεί να ευνοούν ένα κόμμα, προβάλλουν στην πράξη τις θέσεις και δραστηριότητες όλων των πολιτικών δυνάμεων, Η μέχρι τη δεκαετία του 1970 τάση επιλογής στρατοπέδου από τις εφημερίδες και μονομερούς ή μεροληπτικής παρουσίασης δυνάμεων και θεμάτων της προεκλογικής εκστρατείας μειώνεται δραστικά.

Εμφανής είναι επίσης ο αυξανόμενος ρόλος των επικοινωνιολόγων συμβούλων των κομμάτων, προερχόμενων κατά κανόνα από την Αθήνα. Προγράμματα και προεκλογικό υλικό συνάδουν πλέον με κανόνες σύγχρονης πολιτικής επικοινωνίας, ή τουλάχιστον γίνεται απόπειρα προς την κατεύθυνση αυτή.

Το 1990 δημιουργούνται δυο νέα σχήματα, που διεκδικούν τις εκλογές. Το Ανανεωτικό Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κίνημα – ΑΔΗΣΟΚ συγκροτείται από πρώην στελέχη του ΑΚΕΛ και άλλες αριστερές δυνάμεις. Το Παγκύπριο Κόμμα Προσφύγων – ΠΑΚΟΠ δημιουργείται (με τις ευλογίες του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου) με πρόθεση να καλύψει πολιτικά τους πρόσφυγες. Απέναντι στην κρίση, το ΑΚΕΛ προχωρεί σε διεύρυνση με την υιοθέτηση του τίτλου ΑΚΕΛ – Αριστερά – Νέες Δυνάμεις, προβάλλοντας υποψηφίους πέρα από το χώρο των μελών και στελεχών του.

Τα αποτελέσματα

Ο Μάιος του 1991 εμφανίζει ακριβώς το αντίθετο πρόσωπο από αυτό του Δεκεμβρίου 1985: Πλήρης αποτυχία του ΔΗΚΟ και κατακόρυφη πτώση των ποσοστών του, σημαντικά κέρδη για το ΑΚΕΛ, παρά τη διάσπαση και την αποστασία σημαντικών στελεχών του. Μη αμελητέα είναι τα κέρδη του ΔΗΣΥ, έστω και αν επιτεύχθηκαν με τη συνεργασία με το κόμμα των Φιλελευθέρων και την απορρόφηση της ΝΕΔΗΠΑ.

Ο Δημοκρατικός Συναγερμός διατηρεί τη θέση του ως το πρώτο κόμμα, κερδίζοντας πάνω από δυο μονάδες σε σχέση με το 1985. Προηγείται σε ποσοστά σε όλες τις επαρχίες, εκτός από την Κερύνεια, όπου το ΑΚΕΛ υπερέχει κατά τέσσερις μονάδες. Τα κέρδη που πέτυχε το ΑΚΕΛ μείωσαν τη διαφορά από τον ΔΗΣΥ. Το ΔΗΚΟ έχασε κάθε υπεροχή ή πλεονέκτημα που κατείχε πριν ή απέκτησε το 1985. Ακόμα και στην Πάφο, όπου προηγείτο όλων με μεγάλη διαφορά, υποχωρεί στη δεύτερη θέση (από 38%, το 1985, παίρνει 27,1% το 1991, ενώ ο ΔΗΣΥ από 22% ανεβαίνει στο 28,5%). Η ΕΔΕΚ διατηρεί το ίδιο παγκύπριο ποσοστό με το 1985, 10,9%, αλλά η ανάλυση αποτελεσμάτων υποδεικνύει μετακίνηση ισχύος. Παρουσιάζει σημαντικές απώλειες σε αστικά κέντρα (κυρίως στη Λευκωσία) και ανάλογα κέρδη στην ύπαιθρο. Τα δυο νέα κόμματα ΑΔΗΣΟΚ και ΠΑΚΟΠ παίρνουν χαμηλά ποσοστό, 2.4% και 0.6% αντίστοιχα και μένουν εκτός βουλής.