«Ο σαφής διαχωρισμός μεταξύ κράτους και πολιτικών κομμάτων, ιδιαίτερα, να μην υπάρχει ανάμειξη των πολιτικών κομμάτων με το κράτος», είναι ένα από τα «στοιχεία δικαιοσύνης, τα οποία είναι απαραίτητα για να εκφράζονται πλήρως η εγγενής αξιοπρέπεια και τα ίσα και αναφαίρετα δικαιώματα όλων των ανθρώπων». Αυτή η κορυφαία δήλωση στην παράγραφο 5.4 του εγγράφου που συμφωνήθηκε από τη Διάσκεψη για την Ανθρώπινη Διάσταση της CSCE (αργότερα μετατράπηκε σε Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη), η οποία πραγματοποιήθηκε στην Κοπεγχάγη τον Ιούνιο του 1990, θέτει μια θεμελιώδη προϋπόθεση για το κράτος δικαίου: Οι κρατικές υποθέσεις και οι κομματικές υποθέσεις πρέπει να διαχωρίζονται σαφώς.

Η Κύπρος ήταν μία από τις 35 χώρες που συμμετείχαν σε αυτήν την επίσημη εκδήλωση, στην οποία ο κόσμος που χωριζόταν τότε σε Ανατολή και Δύση κατάφερε να ξεπεράσει τις διαφορές του και να συμφωνήσει σε ένα έγγραφο 24-σελίδων που θέτει τις κατευθυντήριες γραμμές για μια κοινή αντίληψη περί δημοκρατίας. (Ήμουν εκεί καθ ‘όλη τη διάρκεια της εργασίας της Διάσκεψης, ως εκπρόσωπος από την κοινωνία των πολιτών).

Πάνω από τριάντα χρόνια αργότερα, το 2021, ο Πρόεδρος της Κύπρου, χώρας – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2004, χώρας που υπέγραψε τη συμφωνία, ρωτά δημοσίως «αν αναμένουν από την κυβέρνηση να παραμείνει αδιάφορη» [κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας]; “Η κυβέρνησή μου προέρχεται από τον ΔΗΣΥ και δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά από το να υποστηρίζει το κόμμα…”

Η δήλωση του Προέδρου, οι δραστηριότητες του ιδίου και της κυβέρνησής του τις τελευταίες εβδομάδες έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με τις ρήτρες που θέτουν οι κατευθυντήριες γραμμές τόσο του ΟΑΣΕ όσο και της Επιτροπής της Βενετίας (Venice Commission) σχετικά με το ρόλο της κυβέρνησης κατά τις εκλογές. Αυτές οι δραστηριότητες παραβιάζουν επίσης τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την κάλυψη των εκλογών, αλλά και τις πρόνοιες του νόμου της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Κατάχρηση κρατικών πόρων

Σε συνάρτηση με την απαίτηση για διαχωρισμό μεταξύ του Κράτους και των πολιτικών κομμάτων, διεθνείς οργανισμοί στους οποίους η Κύπρος είναι μέλος έχουν υιοθετήσει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις με στόχο τη διασφάλιση του σεβασμού αυτής της ρήτρας. Η Επιτροπή της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης και ο ΟΑΣΕ-ODIHR ενέκριναν έκθεση το 2013 και κατευθυντήριες γραμμές το 2016 σχετικά με την «Κατάχρηση των πόρων της διοίκησης», που ονομάζουν επίσης «κατάχρηση κρατικών πόρων». Με τον όρο “πόροι” εννοούν τόσο ανθρώπινους όσο και υλικούς πόρους, καθώς και μη υλικούς. Η «χρήση» ενός αξιώματος, ακόμη και του κύρους που προσφέρει το αξίωμα, για προώθηση υποψηφίου ή πολιτικού κόμματος θεωρείται ως κατάχρηση κρατικών πόρων και είναι μη νόμιμη ενέργεια η οποία παρεμβαίνει και πλήττει το δίκαιον και το αμερόληπτον της εκλογικής διαδικασίας. Οι ενέργειες που δίνουν αθέμιτα πλεονεκτήματα σε υποψήφιο ή σε πολιτικό κόμμα θέτουν τους άλλους διεκδικητές των εκλογών σε μειονεκτική θέση, ο αγώνας γίνεται άνισος.

Ποιες είναι οι συγκεκριμένες δραστηριότητες που παρεμβαίνουν στις εκλογές της 30ής Μαΐου 2021;

Ακόμα και απλή συμμετοχή του Προέδρου και των υπουργών στην προεκλογική εκστρατεία έρχεται σε αντίθεση με την θεμελιώδη ρήτρα, της μη ανάμειξης κρατικών και κομματικών υποθέσεων. Αυτή η συμμετοχή δεν περιορίστηκε σε μεμονωμένες περιπτώσεις, μιας, δύο ή τριών εκδηλώσεων. Δεν ήταν ούτε απλή παρουσία σε εκδηλώσεις.

Οι υπουργοί της κυβέρνησης αρχικά και ο Πρόεδρος αργότερα ανέπτυξαν και καταβάλλουν συνεχή προσπάθεια, με καθημερινές, πολλαπλές επισκέψεις σε κοινότητες, διοργάνωση πολλαπλών ψευδο-εκδηλώσεων και με δημόσιες ανακοινώσεις για μελλοντικά έργα που θα κόστιζαν πολλά εκατομμύρια, ακόμη και δισεκατομμύρια ευρώ. Σε αυτήν την προσπάθεια, τα έργα που χρηματοδοτούνται από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν λάβει εξέχουσα θέση, μια πρακτική που πλησιάζει τα όρια εξαπάτησης.

Μπορεί να ρωτήσει κάποιος “ποιο είναι το πρόβλημα;”

Η απάντηση είναι πολύ απλή! Αυτή η δραστηριότητα δεν εμπίπτει σε αυτό που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «συνήθης κυβερνητική δραστηριότητα». Σε μερικές εβδομάδες, έχουμε δει έναν πολλαπλασιασμό, μάλλον μια πλημμύρα ανακοινώσεων και υποσχέσεων και πρωτοφανή «ροή» χρημάτων, τουλάχιστον στα λόγια. Ο αριθμός τους μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερος από το άθροισμα των ανακοινώσεων, των επισκέψεων και των υποσχέσεων που έγιναν κατά την τριετή περίοδο που μεσολάβησε από το δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2018 μέχρι σήμερα.

Από αυτήν την άποψη, η σχετική κατευθυντήρια γραμμή της Επιτροπής της Βενετίας (2016), έχει ως εξής:

1.3 Το σύνηθες έργο της κυβέρνησης πρέπει να συνεχιστεί κατά την περίοδο των εκλογών. Ωστόσο, προκειμένου να αποφευχθεί κατάσταση όπου η κατάχρηση διοικητικών πόρων θα ανατρέψει την ισορροπία στους όρους ανταγωνισμού κατά τη διάρκεια της εκλογικής αναμέτρησης, νομικό πλαίσιο πρέπει να ορίζει ότι δεν πρέπει να πραγματοποιούνται σημαντικές ανακοινώσεις που συνδέονται με ή αποσκοπούν στη δημιουργία ευνοϊκής αντίληψης για συγκεκριμένο κόμμα ή υποψήφιο κατά τη διάρκεια προεκλογικών εκστρατειών.

Μόνη εξαίρεση στα παραπάνω μπορεί να υπάρξει για έκτακτα συμβάντα τα οποία απαιτούν άμεση δράση, η οποία δεν μπορεί να καθυστερήσει. Είναι σαφές, ωστόσο, ότι αυτό δεν ισχύει καθόλου στην παρούσα κατάσταση.

Μη δίκαιη κάλυψη από ΜΜΕ

Η σύσταση 1999/15 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης (ήμουν μέλος της ομάδας εμπειρογνωμόνων που την συνέταξε) απαιτεί η κάλυψη των εκλογών από τα μέσα ενημέρωσης να είναι δίκαιη, ισορροπημένη και αμερόληπτη. Οι ίδιες αρχές ορίζονται επίσης στη Σύσταση R2007 / 15, η οποία ενημερώνει την προηγούμενη σύμφωνα με το νέο περιβάλλον μέσων. Προβλέπει σαφώς

«Ουδεμία προνομιακή μεταχείριση πρέπει να παρέχεται από τους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς στις δημόσιες αρχές κατά τη διάρκεια τέτοιων προγραμμάτων», δηλαδή ενημερωτικών και επικαιρότητας.

Αυτό που βλέπουμε, ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, είναι κάλυψη της εκλογικής εκστρατείας από τα Κυπριακά μέσα μαζικής ενημέρωσης, η οποία παραβιάζεται από ποικίλες δημόσιες παρεμβάσεις του Προέδρου και των υπουργών. Βρίσκονται εκ των πραγμάτων στο προσκήνιο, με συνεχή και εκτενή σε χρόνο πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης, υποβαθμίζοντας τη δραστηριότητα των πολιτικών κομμάτων σε δευτερεύοντα ρόλο. Ο χρόνος που αφιερώνεται στις δραστηριότητες της εκτελεστικής εξουσίας, που συνδέεται άμεσα με τις εκλογές, είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν των πολιτικών κομμάτων που αναμετρώνται στις εκλογές. Εξ ορισμού, αυτό προσφέρει ξεκάθαρο πλεονέκτημα, αδικαιολόγητο πλεονέκτημα στο κόμμα που υποστηρίζει την κυβέρνηση και, σε αντάλλαγμα, τυγχάνει υποστήριξης. Όπως και στην περίπτωση της προεκλογικής δραστηριότητας, η κάλυψη των μέσων ενημέρωσης δεν είναι δίκαιη, είναι χωρίς ισορροπία και πάσχει σε αμεροληψία. Παραβιάζονται οι αρχές που ορίζονται στις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης καθώς και στις κατευθυντήριες γραμμές άλλων διεθνών οργανισμών.

Στο συγκεκριμένο θέμα, οι κανονισμοί ΚΔΠ 193/2006, οι οποίοι καθορίζουν τους κανόνες για δίκαιη και ισόρροπη μεταχείριση των πολιτικών κομμάτων, ορίζουν σαφώς ότι δηλώσεις και δραστηριότητες από κυβερνητικούς αξιωματούχους που προωθούν έργα ή στέλνουν μηνύματα που σχετίζονται με τις εκλογές, καθώς και άλλες σχετικές ενέργειες θα πρέπει να υπολογίζεται στον χρόνο κάλυψης του κόμματος που επωφελείται από αυτές.

Αυτό δεν φαίνεται να εφαρμόζεται. Ενώ η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου έχει την εξουσία να παρέμβει για να διορθώσει την κατάσταση, δεν υπάρχει μαρτυρία για τέτοια ενέργεια.

«Γκρίζα» πολιτική διαφήμιση

Ορίζω ως «γκρίζα πολιτική διαφήμιση» τα διαφημιστικά της κυβέρνησης για το έργο και σχέδιά της, μερικές φορές ακόμη και για έργα που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα οποία δεν φέρουν ένδειξη ότι είναι «πολιτική διαφήμιση», όπως απαιτείται από το νόμο. Εάν αυτά δεν είναι πολιτική διαφήμιση και επειδή απαγορεύεται στο ΡΙΚ να προβάλλει εμπορικές διαφημίσεις, πώς αλλιώς μπορούν να περιγραφούν αυτά τα διαφημιστικά;

Έτσι, ενώ το δικαίωμα των πολιτικών κομμάτων και των ανεξάρτητων υποψηφίων στην πολιτική διαφήμιση είναι σύμφωνα με τον Νόμο περιορισμένα χρονικά, η κυβέρνηση επωφελείται από μια διαφημιστική διαδικασία απεριόριστης διάρκειας. Αυτό, πάλι, προσφέρει σαφές πλεονέκτημα στο Δημοκρατικό Συναγερμό, αφήνοντας τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις σε μια εκλογική αναμέτρηση που σαφώς διεξάγεται με όρους μη δίκαιους, χωρίς ισορροπία και στερούμενο αμεροληψίας.

Η απουσία δικαιοσύνης και η άνιση μεταχείριση επεκτείνονται επίσης στον τομέα της χρηματοδότησης της εκλογικής εκστρατείας. Τα χρήματα για την πληρωμή των κυβερνητικών διαφημίσεων δεν υπολογίζονται ως έξοδα του κόμματος που επωφελείται από αυτό, ενώ το ανώτατο όριο για τις δαπάνες των πολιτικών κομμάτων δεν εφαρμόζεται για αυτό το κόμμα,τον ΔΗΣΥ. Πρόκειται για παραβίαση του Νόμου.

Συμπεράσματα

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι δηλώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι δραστηριότητες του ιδίου και της κυβέρνησης του έρχονται σε αντίθεση με τη θεμελιώδη αρχή δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου: Είναι σε σύγκρουση με τον απαιτούμενο διαχωρισμό Κράτους και πολιτικών κομμάτων. Έχουμε τριπλή παραβίαση των βασικών κανόνων οι οποίοι στοχεύουν στη διασφάλιση δίκαιης, ισορροπημένης και αμερόληπτης διαδικασίας εκλογών. Συντελείται κατάχρηση κρατικών πόρων, γίνονται παραβιάσεις των νόμων για την κάλυψη των εκλογών από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και παραβιάζονται οι κανόνες που θέτουν ανώτατο χρονικό όριο για πολιτική διαφήμιση και οροφή για εκλογικές δαπάνες. Η ακεραιότητα της εκλογικής διαδικασίας πλήττεται σοβαρά από όλες αυτές τις δραστηριότητες.