Το θέμα πιθανής ανακατανομής του ποσού που εγκρίνει η κυβέρνηση για χρηματοδότηση των κομμάτων απασχολεί θεσμούς και το κοινό, ειδικά κατά τις τελευταίες ημέρες. Μετά από γνωμοδότηση την οποία είχε ζητήσει σχετικά ο Γενικός Ελεγκτής από τη Νομική Υπηρεσία, τέθηκαν επί τάπητος δυο βασικά θέματα: Η ανακατανομή του ποσού που πήραν τα κόμματα και η επιστροφή μέρους του ποσού από ορισμένα κόμματα υπό το φως των αποτελεσμάτων των εκλογών του Μαΐου 2021.

Δεν έχουμε το ακριβές κείμενο της γνωμοδότησης, πέρα από τις αναφορές που γίνονται σε μέσα ενημέρωσης. Μπορούμε να κρατήσουμε τη θέση της ΝΥ πως σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα των εκλογών επιβάλλεται ανακατανομή του ποσού. Σχετικά με αυτό, μετά από ανάγνωση και ενδελεχή μελέτη του νόμου περί Πολιτικών Κομμάτων Ν. 175(Ι) του 2012, http://www.cylaw.org/nomoi/enop/non-ind/2012_1_175/full.html , αδυνατώ να εντοπίσω είτε στο γράμμα ή στο πνεύμα του Νόμου οποιοδήποτε στοιχείο που να υπαγορεύει, ή, έστω, να υπαινίσσεται ανακατανομή της χρηματοδότησης. Ας δούμε το Νόμο και τις πρόνοιες του:

Στις βασικές έννοιες σημειώνουμε τα πιο κάτω:

  • Διάκριση της κρατικής χρηματοδότησης σε τακτική χρηματοδότηση, η οποία χορηγείται σε κοινοβουλευτικά κόμματα για λειτουργικές ανάγκες τους και σε χορηγία που χορηγείται για εκλογικές δαπάνες.
  • Διάκριση ανάμεσα σε κοινοβουλευτικά και μη κοινοβουλευτικά κόμματα.
  • Διάκριση σε μη κοινοβουλευτικά κόμματα με μερίδιο ψήφου άνω του 3% και κάτω από 3%, όριο που καθορίζει δικαίωμα σε κρατική χορηγία.

Η πρόνοια – κλειδί στο θέμα της χορηγίας, η οποία αφορά χρηματοδότηση για εκλογικές δαπάνες, είναι στο εδάφιο 4.4(β) του Νόμου 175(Ι)/2012. Ορίζει μεν τα δικαιώματα μη κοινοβουλευτικών κομμάτων, αλλά, ταυτόχρονα, η διατύπωση της σημείωσης στο τέλος του εδαφίου καθορίζει με σαφή τρόπο την κατανομή της χρηματοδότησης για τα κοινοβουλευτικά κόμματα και την επίδραση που έχει (αν έχει) το εκλογικό αποτέλεσμα στην κατανομή.

Η διάταξη με βάση τη σημείωση (“Νοείται περαιτέρω ότι τα μη κοινοβουλευτικά κόμματα που εμπίπτουν στη δεύτερη περίπτωση της υποπαραγράφου (iv)…) ορίζει πως μη κοινοβουλευτικό κόμμα το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις, ανάμεσα στις οποίες είναι και η εξασφάλιση 3% της ψήφου στις εκλογές δικαιούται να πάρει χορηγία (δηλαδή χρηματοδότηση εκλογικής δαπάνης). Ακόμα πιο σημαντικό στοιχείο είναι ο καθορισμός της πηγής και του τύπου που εφαρμόζεται για υπολογισμό της χορηγίας:

  • “Το ποσό είναι επιπρόσθετο από το αρχικά προβλεφθέν για τα υπόλοιπα κόμματα…”
  • “…το οποίο υπολογίζεται ως ποσοστό επί του συνολικού ποσού της προβλεφθείσας χορηγίας που κατανεμήθηκε στα υπόλοιπα κόμματα”.

Με απλά μαθηματικά μας λέει πως στο αρχικά προβλεφθέν ποσό θα προστεθεί συμπλήρωμα. Ποιο είναι όμως το “αρχικά προβλεφθέν ποσό”; Απλούστατα είναι το ποσό που δικαιούνταν τα κόμματα που ήσαν στη βουλή πριν τις εκλογές, όλα τα κόμματα. Η χορηγία σε κοινοβουλευτικά κόμματα, δηλαδή χρηματοδότηση για εκλογικές δαπάνες δίνεται τουλάχιστον τρεις μήνες πριν τις εκλογές, χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη διατυπωμένη στο νόμο. Επίσης, δεν είχαμε μη κοινοβουλευτικό κόμμα με ποσοστό πάνω από 3% στις βουλευτικές του 2016 για να δικαιούνταν και αυτό χορηγία για το 2021. Επομένως, αν το ποσό που διανεμήθηκε στα κοινοβουλευτικά κόμματα ήταν 100, με βάση την πιο πάνω πρόνοια, επιβάλλεται να ψηφισθεί πρόσθετα κονδύλι για μη κοινοβουλευτικά κόμματα που έλαβαν πάνω από 3% τον Μάιο 2021. Δηλαδή η χορηγία θα γίνει 100+α όπου α είναι το πρόσθετο ποσό.

Τίθεται το ερώτημα, ποια κόμματα θεωρούνται μη κοινοβουλευτικά, και πήραν επίσης πάνω από 3% ώστε να εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία που υποδεικνύει η σημείωση;

Απλή λογική, σαφώς μπορεί να καταλήξει σε αυτό:

  • Κοινοβουλευτικά κόμματα για σκοπούς χορηγίας για το έτος 2021 είναι όλα τα κόμματα τα οποία βρίσκονταν στη Βουλή μέχρι την εκλογή της νέας, όλα χωρίς εξαίρεση.
  • Με το ίδιο σκεπτικό, εφόσον η χορηγία αφορά το 2021, και εγκρίνεται από το 2020 στον προϋπολογισμό του κράτους, ο καθορισμός του “μη κοινοβουλευτικά κόμματα” συνδέεται με το χρόνο και την κατάσταση πραγμάτων στη δεδομένη στιγμή.
  • Δηλαδή, μη κοινοβουλευτικά κόμματα (τα οποία έλαβαν τουλάχιστον 3%) είναι η ΔΗΠΑ και το Κόμμα Κυνηγών.

Δεν έχει σημασία αν η ΔΗΠΑ εκλέγηκε στη Βουλή στις 30 Μαΐου 2021. Για σκοπούς χορηγίας 2021 η ΔΗΠΑ εμπίπτει στον ορισμό “μη κοινοβουλευτικό κόμμα”. Επομένως, τα δυο αυτά κόμματα πρέπει να πάρουν χορηγία που θα προστεθεί στο 100(%) που έλαβαν τα κοινοβουλευτικά κόμματα, δηλαδή η βουλή οφείλει να ζητήσει και η κυβέρνηση με βάση το νόμο οφείλει να χορηγήσει πρόσθετο κονδύλι σε ποσοστό ίσο με το 6,10+3,27= 9,37% του ποσού της χορηγίας που δόθηκε στα κοινοβουλευτικά κόμματα. Η ΔΗΠΑ, ως “μη κοινοβουλευτικό κόμμα” καλύπτεται πλήρως από τη σχετική πρόνοια και λαμβάνει το ποσό που της αναλογεί.

Εγείρεται το θέμα που προκύπτει επειδή η Βουλή (και η κυβέρνηση;) έκαναν ενιαίο σύνολο την τακτική χρηματοδότηση και τη χορηγία. Δεν είναι δυσεπίλυτο πρόβλημα! Με βάση την πρακτική του παρελθόντος, μπορούν να διαχωρίσουν (θεωρητικά) τα ποσά, και η χορηγία προς ΔΗΠΑ και Κόμμα Κυνηγών να οριστεί ανάλογα.

Υπάρχει θέμα ανακατανομής ή επιστροφής μέρους χρηματοδότησης;

Έχω ήδη αναφέρει στην αρχή πως σε ουδεμία περίπτωση εγείρει ο νόμος θέμα ανακατανομής της χρηματοδότησης ή επιστροφής μέρους της. Για ποιο λόγο;

Κατ’ αρχή, για σκοπούς χορηγίας για το 2021, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, τα κόμματα που αποκλείστηκαν από τη Βουλή παραμένουν “κοινοβουλευτικά”, με βάση την κατάσταση που υπήρχε κατά το χρόνο καθορισμού της χρηματοδότησης. Δεύτερο, δεν τίθεται θέμα επιστροφής χορηγίας, για παράδειγμα, για τη Συμμαχία Πολιτών που δεν μετείχε αυτόνομα στις εκλογές. Υπάρχει σχετικά κενό στο νόμο, ο οποίος δεν θέτει προϋποθέσεις που να συνδέουν τη χορηγία με τον τρόπο και έκταση συμμετοχής κοινοβουλευτικού κόμματος στις εκλογές.

Πιο σημαντικό στοιχείο για απαντήσεις σε θέματα ανακατανομής της χρηματοδότησης είναι η πρόνοια που απαιτεί συμπληρωματικό κονδύλι για μη κοινοβουλευτικά κόμματα. Η σχετική πρόνοια υποδεικνύει πως το μόνο αποτέλεσμα για το οποίο λαμβάνεται μέριμνα μετά από εκλογές είναι η απόδοση μεριδίου χορηγίας σε μη κοινοβουλευτικά κόμματα. Αυτή η απαίτηση θα ήταν περιττή και χωρίς νόημα αν επιδιώκετο ανακατανομή.

Σε περίπτωση που ο νομοθέτης επιθυμούσε να συνδέσει με τρόπο συνολικό το αποτέλεσμα των εκλογών με την κατανομή της τακτικής χρηματοδότησης και της χορηγίας, θα έθετε σαφώς ένα τύπο και μια διαδικασία. Θα προνοούσε για παράδειγμα πως σε χρόνο βουλευτικών εκλογών το συνολικό ποσό χορηγίας και τακτικής χρηματοδότησης χωρίζεται σε 5/12 και 7/12 και γίνονται δυο κατανομές, για τους πρώτους πέντε μήνες και για τους επόμενους επτά.

Παρόμοια με την πιο πάνω τακτική, θα οδηγούσε σε παράδοξο: Η χορηγία που δόθηκε σε κοινοβουλευτικό κόμμα για να καλύψει εκλογικές δαπάνες, όταν το κόμμα είχε 25%, γιατί θα μειωθεί ή θα αυξηθεί /προσαρμοστεί εφόσον ο αγώνας (και η δαπάνη) έγιναν όταν είχε 25% και η χορηγία δόθηκε για αυτή την περίοδο;

Πρόσθετα, εφόσον ένα κόμμα συνεχίζει να λειτουργεί μετά τις βουλευτικές εκλογές, μάλιστα θα διεκδικήσει τις δημοτικές και κοινοτικές στο τέλος του 2021, με ποια λογική καλείται να επιστρέψει μέρος είτε της τακτικής χρηματοδότησης ή της χορηγίας; Λογικά, οποιαδήποτε προσαρμογή, με εξαίρεση το πρόσθετο κονδύλι για ΔΗΠΑ και Κόμμα Κυνηγών, δεν μπορεί να επέλθει παρά για τη χρηματοδότηση του 2022.

Τελευταία παρατήρηση: Ενώ στο νόμο προβλέπεται χορηγία, δηλαδή χρηματοδότηση εκλογικών δαπανών για ΔΗΠΑ και Κόμμα Κυνηγών, δεν υπάρχει πρόνοια για τακτική χρηματοδότηση, για τα λειτουργικά τους έξοδα για το 2021. Και όμως, λειτουργούσαν ως κόμματα προεκλογικά και συνεχίζουν να λειτουργούν σήμερα. Είναι κενό στο νόμο, το οποίο πρέπει να καλυφθεί.